Η «διασπορά» της Κίνας στην εποχή του κοροναϊού

Το ζήτημα του κορονοϊού αναμένεται να επιφέρει αλλαγές στις πολιτικές και οικονομικές διεθνείς σχέσεις. Ο χρόνος θα δείξει εάν οι αλλαγές αυτές θα αφορούν την ενδυνάμωση των απομονωτικών-προστατευτικών πολιτικών εκ μέρους των κρατών ή θα αποτελέσουν έναυσμα μιας εντονότερης διεθνούς συνεργασίας.
 
Η στάση πάντως τόσο των Ηνωμένων Πολιτειών όσο και της Κίνας, δημιουργεί εύλογα ερωτήματα σχετικά με την επόμενη μέρα στο χώρο των διεθνών σχέσεων, ειδικότερα από την στιγμή που και οι δύο χώρες αρκούνται στην αλληλοκατηγορία και στην προσπάθεια τους για απομονωτισμό, δίχως να γίνεται ορατή οποιαδήποτε διάθεση συνεργασίας μεταξύ τους.
 
Τα δύο σενάρια
 
“Οι υποθέσεις που ακούγονται περιστρέφονται κυρίως γύρω από δύο βασικά σενάρια. Στο πρώτο σενάριο, το πεσιμιστικό, θα υπάρξει περιχαράκωση των κρατών, ισχυροποίηση των συνόρων, σταδιακή υποχώρηση της δημοκρατίας και ενίσχυση του απολυταρχικού τρόπου διακυβέρνησης. Στο δεύτερο σενάριο, το αισιόδοξο, ευνοείται η επάνοδος του κεϋσιανισμού και του οικονομικού και κοινωνικού ρόλου του κράτους, υποχώρηση του ‘νεοφιλελευθερισμού’, προσαρμογή της οικονομικής παγκοσμιοποίησης, με περισσότερη δημοκρατία.” δηλώνει χαρακτηριστικά ο κ. Φραγκονικολόπουλος, καθηγητής διεθνών Σχέσεων στο Τμήμα Δημοσιογραφίας και ΜΜΕ στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο και κάτοχος της Έδρας Jean Monnet.

Συνεχίζει, αναφέροντας πως “το σίγουρο είναι ότι η πανδημία δεν θα σημάνει το τέλος της παγκοσμιοποίησης, η τεχνολογική επανάσταση δεν πρόκειται να εκλείψει και τα κράτη θα συνειδητοποιήσουν ακόμα περισσότερο πως είναι υποχρεωμένα να συνυπάρξουν το ένα με το άλλο”. Τάσσεται επομένως υπέρ του “αισιόδοξου” σεναρίου εκ των δύο, επισημαίνοντας παράλληλα κάποιες σημαντικές προϋποθέσεις ώστε το σενάριο αυτό να υλοποιηθεί με επιτυχία: “Tόσο τα κράτη, όσο και οι διακυβερνητικοί θεσμοί θα πρέπει σε συνεργασία με τους ειδικούς να δημιουργήσουν μηχανισμούς καταγραφής, επιτήρησης και αξιολόγησης των προβλημάτων, με στόχο τη δημιουργία προληπτικών και αποδοτικών μηχανισμών χάραξης πολιτικής αλλά και αντίστοιχων παρεμβάσεων”. Μια διεθνής συνεργασία λοιπόν, ουσιαστικότερη και με μεγαλύτερο βάθος, είναι η συνεργασία για την οποία γίνεται λόγος.

Η άλλη επιλογή, εκείνη του προστατευτισμού, θα ήταν ,σύμφωνα και πάλι με τον καθηγητή, “αυτοκαταστροφική, με το μεγαλύτερο δυνατό ανθρώπινο και οικονομικό κόστος” . Ο λόγος δεν είναι άλλος από το ότι , όπως βλέπουμε και σήμερα, δίνεται έμφαση σε έναν διακρατικό ανταγωνισμό και δε δίνεται επαρκής σημασία σε κρίσιμα ερωτήματα όπως “η μεγαλύτερη διαφάνεια και η συνεργασία σε διεθνές και περιφερειακό επίπεδο που αποδεδειγμένα θα ήταν καθοριστικής σημασίας για την αντιμετώπιση της πανδημίας”. Αντίστοιχα λοιπόν, θα ήταν πιθανό, εάν στο κοντινό μέλλον υπερίσχυε το σενάριο του προστατευτισμού αντί της διεθνούς συνεργασίας, η παγκόσμια προσοχή να στρέφεται πολύ περισσότερο στον ανταγωνισμό των κρατών και όχι στην προσπάθεια για βελτίωση των συνθηκών της ανθρώπινης διαβίωσης σε παγκόσμιο επίπεδο.
 
Οι ΗΠΑ, η Κίνα και η Ευρώπη
 
Βέβαια, μια διεθνής διακρατική συνεργασία ενδεχομένως να χρειάζεται μια ηγέτιδα δύναμη, η οποία στο παρελθόν δεν ήταν άλλη από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Οι ΗΠΑ του Τράμπ όμως, απομακρυσμένες ακόμα και από τους μέχρι πρότινος Ευρωπαίους συμμάχους τους, επιτρέπουν στην Κίνα “να κινείται γρήγορα και επιδέξια προκειμένου να επωφεληθεί, προωθώντας τα γεωπολιτικά συμφέροντα της υπό την κάλυψη της γενναιοδωρίας και της υγειονομικής διπλωματίας”, όπως αναφέρει ο κ. Φραγκονικολόπουλος. Πράγματι, εάν λάβουμε υπόψη τα όσα υποστήριξε και ο διπλωμάτης για λογαριασμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης Josep Borrell, ο οποίος είπε χαρακτηριστικά ότι “η Κίνα προσπαθεί να προωθήσει το μήνυμα ότι σε αντίθεση με τις ΗΠΑ, είναι ένας υπεύθυνος και αξιόπιστος σύμμαχος”, γίνεται εύκολα ορατό το γεγονός πως η Ευρώπη αυτήν την στιγμή, εκτός από το επίκεντρο του κορονοϊού αποτελεί και επίκεντρο του κινεζικού διπλωματικού ενδιαφέροντος.

Η Κίνα λοιπόν, πέρα από την ιδιαίτερα σημαντική βοήθεια που έχει προσφέρει σε χώρες όπως η Ιταλία αλλά και στην υπόλοιπη Ευρωπαϊκή Ένωση, προσπαθεί να εκμεταλλευτεί το “κενό” που έχουν αφήσει οι Ηνωμένες Πολιτείες. Το εγχείρημα αυτό, ακόμα και αν δεν στεφθεί από επιτυχία, είναι πιθανό να προκαλέσει “τριγμούς” εντός της Ε.Ε. , με την κατάσταση να μοιάζει ήδη τεταμένη με αφορμή την έκδοση ή μη του ευρω-ομόλογου. Όπως αναφέρει λοιπόν και ο κ. Φραγκονικολόπουλος, που ειδικεύεται σε ζητήματα Ευρωπαϊκής Ένωσης: “η  Ευρώπη πρέπει να έχει υπόψη της ότι στην αντιμετώπιση της πανδημίας υπάρχει ένα γεωπολιτικό στοιχείο, συμπεριλαμβανομένου του αγώνα για την άσκηση επιρροής”. Η λύση για την Ευρωπαϊκή Ένωση, σύμφωνα πάντα με τον καθηγητή είναι συγκεκριμένη: “ η πανδημία πρέπει αποτελέσει ευκαιρία για την ΕΕ να απομακρυνθεί από τον εθνικό ατομικισμό και να στραφεί στην αλληλεγγύη και στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση”.
 
Οι ΗΠΑ, η Κίνα και η παγκόσμια οικονομία
 
Οι Ηνωμένες Πολιτείες του Τράμπ όμως, δεν αποβλέπουν μόνο στη διπλωματική-πολιτική τους απομόνωση.

Ακολουθώντας το επί χρόνια παράδειγμα της Κίνας, προσπαθούν να μειώσουν τις εισαγωγές τους αλλά και την οικονομική εξάρτηση τους από οποιαδήποτε άλλη χώρα του πλανήτη. Παρ’ όλα αυτά, η διακοπή της λειτουργίας των κινεζικών βιομηχανικών δομών (άρα και η διακοπή της παραγωγής) λόγω του κορονοϊού , έδειξε με σαφή τρόπο, το κατά πόσο όλη η παγκόσμια παραγωγή βασίζεται πλέον σε σημαντικότατο βαθμό από την Κίνα, όπως χαρακτηριστικά μας λέει και ο καθηγητής : “ Το 47% των γερμανικών εξαγωγών πηγαίνει στην Κίνα. Λόγω του κορωνοϊού έχει διακοπεί παγκοσμίως το 80% των εφοδιαστικών αλυσίδων. Η Κίνα είναι υπεύθυνη για το 30% του κύκλου εργασιών των Ιταλικών οίκων μόδας. Το 80% της πρώτης ύλης για την παραγωγή των προϊόντων των ευρωπαϊκών φαρμακοβιομηχανιών προέρχεται από την Ασία, κυρίως από την Κίνα. Ακόμα και αν περιοριστεί η παραγωγή της Κίνας για χώρες της Δύσης, θα αυξηθεί  για τις αγορές της Κίνας και της Ασίας. Δύσκολο, λοιπόν, να υποστηρίξεις, όπως προτείνει ο Τράμπ, τον προστατευτισμό και την περιχαράκωση”.

Πόσο μάλλον, όταν μια οικονομική διακρατική συνεργασία Ευρώπης και ΗΠΑ μοίαζει “μάλλον ουτοπική”, σύμφωνα με τον κ. Φραγκονικολόπουλο.
 
Σε κάθε περίπτωση, ο κορονοϊός συνέπεσε συγκυριακά με μια τάση για απομονωτισμό που ήδη είχε κάνει την εμφάνιση της, με πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα το Brexit και την εκλογή του Τράμπ. Είναι ασφαλώς ιδιαίτερα δύσκολο να προβλέψει κανείς το τι θα ακολουθήσει. Ο καθηγητής οικονομικής δημοσιογραφίας στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου, Steve Schifferes υποστήριζε σε άρθρο του πως “κατά τη διάρκεια των Πανδημιών, οι κοινωνίες έχουν συχνά κατηγορήσει τους ξένους και έχουν φτιάξει τοίχους προς τον έξω κόσμο”. Παρ’ όλα αυτά, η προσέγγιση του κ. Φραγκονικολόπουλου είναι διαφορετική, καθώς υποστηρίζει πως: “η ιστορία έχει αποδείξει ότι οι κρίσεις και οι καταστροφές στρώνουν το δρόμο για αλλαγές, συνήθως προς το καλύτερο.

Η πανδημία γρίπης του 1918, οδήγησε στη δημιουργία εθνικών συστημάτων υγείας σε πολλά Ευρωπαϊκά κράτη. Ο 2ος παγκόσμιος πόλεμος οδήγησε στη δημιουργία του κράτους πρόνοιας, στη συμφιλίωση της Γερμανίας και της Γαλλίας και στη διαδικασία της Ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης” , χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει πως κρίσεις όπως η 11η Σεπτεμβρίου και η οικονομική κρίση του 2008, είχαν τα ίδια θετικά αποτελέσματα, σύμφωνα και πάλι με τον καθηγητή. Όπως και να έχει όμως, για να γίνουν πλήρως αντιληπτοί οι παράγοντες που επηρεάζουν το παγκόσμιο status quo, ενδεχομένως να χρειαστεί να τους αναζητήσουμε και σε άλλα επίπεδα εκτός από το πολιτικό-διπλωματικό, όπως αναφέρει ο Νόαμ Τσόμσκι στο βιβλίο του “Who Rules the World” (2016, σελ.394): “Δε γίνεται να κατανοήσουμε ποιος κυβερνάει τον κόσμο αγνοώντας τους κυρίαρχους της ανθρωπότητας, στη δική μας εποχή δηλαδή τους πολυεθνικούς όμιλους, τους τεράστιους οικονομικούς θεσμούς, τις αυτοκρατορίες του λιανικού εμπορίου κλπ.”

tvxs.gr

Written by

altpress.gr ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΗ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ ΓΙΑ ΤΗ ΛΑΜΙΑ ΚΑΙ ΤΗ ΦΘΙΩΤΙΔΑ- ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΕΛΛΑΔΑ

Comments are closed.