Στη φυλακή τρεις του μεγάλου κυκλώματος στους κόλπους της ΕΛΑΣ που ξέπλενε βαρυποινίτες

Προφυλακιστέοι κρίθηκαν τρεις από τους πρώτους 13 κατηγορούμενους, που απολογήθηκαν αργά χθες βράδυ στην Ανακρίτρια Διαφθοράς ως μέλη του μεγάλου κυκλώματος, το οποίο είχε ως ραχοκοκαλιά τουλάχιστον 34 αστυνομικούς και παρείχε πλαστά έγγραφα ελληνοποίησης κυρίως σε αλλοδαπούς  βαρυποινίτες έναντι αδράς αμοιβής.

Πρόκειται για μία αστυνομικό, μία δημοτική υπάλληλο που υπηρετούσε στο Ληξιαρχείο καθώς και έναν αλλοδαπό, αλβανικής καταγωγής που σύμφωνα με την ογκωδέστατη δικογραφία είχε κεντρικό ρόλο στην δομή της σπείρας.

Οι υπόλοιποι δέκα κατηγορούμενοι που απολογήθηκαν χθες αφέθηκαν ελεύθεροι με την επιβολή περιοριστικών όρων.

Η έρευνα για την υπόθεση συνεχίζεται, καθώς έχει αποκαλυφθεί η κορυφή του «παγόβουνου»

Οκτώ ολόκληρα χρόνια δρούσε ανενόχλητο το μεγάλο κύκλωμα του οποίου η ραχοκοκαλιά αποτελούνταν από επίορκους αστυνομικούς εκ των οποίων 10 είναι αστυνομικοί που υπηρετούν ως επί το πλείστον σε τμήματα Ασφαλείας ή γραφεία διαβατηρίων κυρίως της Δυτικής Αττικής

Οι αξιωματικοί της υπηρεσίας Εσωτερικών Υποθέσεων που ασχολήθηκαν επί μήνες με την εξάρθρωσή του αναφέρονται στη μεγαλύτερη υπόθεση διαφθοράς που έχουν εξιχνιάσει έως σήμερα.

Μια υπόθεση που δείχνει πόσο βαθιά εδραιωμένη είναι η διαφθορά σε αυτούς που υποτίθεται μας προστατεύουν αλλά και σε όσους τη συγκαλύπτουν.

Πώς δρούσε το κύκλωμα

Πέρα από τους 20 αυτούς που συνελήφθησαν, στη δικογραφία περιλαμβάνονται ακόμη 195 άτομα, μεταξύ των οποίων 21 αστυνομικοί, δύο απόστρατοι, πολιτική υπάλληλος και 171 ιδιώτες. Σε βάρος τους σχηματίστηκε δικογραφία για – κατά περίπτωση – εγκληματική οργάνωση, δωροδοκία υπαλλήλου, δωροληψία υπαλλήλου, παραβίαση υπηρεσιακού απορρήτου, πλαστογραφία, ψευδής βεβαίωση, νόθευση και για παραβάσεις των νομοθεσιών για τη μετανάστευση, τα όπλα, τα ναρκωτικά, κ.α.

Σύμφωνα με την ΕΛ.ΑΣ., κατά τη διερεύνηση της υπόθεσης, προέκυψε ότι το κύκλωμα είχε αναπτύξει ιεραρχικά δομημένο και πολύπλοκο δίκτυο συνεργατών, οι οποίοι υπό τις εντολές του διευθύνοντος της οργάνωσης, δραστηριοποιούνταν στην έκδοση γνησίων (τυπικά) δελτίων ταυτότητας και διαβατηρίων έλληνα πολίτη, κυρίως σε αλλοδαπούς αλλά και σε Έλληνες, πολλές φορές με πλούσιο ποινικό παρελθόν.

Με τη χρήση των ανωτέρω εγγράφων, οι «πελάτες» του κυκλώματος μπορούσαν να μένουν νόμιμα και να μετακινούνται στη χώρα κρύβοντας το ποινικό τους παρελθόν, κυκλοφορούσαν ελεύθερα και έμεναν σε χώρες εντός και εκτός της Ευρωπαϊκής Ενωσης και της ζώνης Σένγκεν, εξέδιδαν άδειες οδήγησης, έφτιαχναν νέα ή χρησιμοποιούσαν υπαρκτά φορολογικά μητρώα και γενικά εμφανίζονταν σε όλα νόμιμοι.

Μέσα σε 8 χρόνια το κύκλωμα εκτιμάται ότι είχε «ξεπλύνει» από το ποινικό τους μητρώο εκατοντάδες διωκόμενους κακοποιούς και βαρυποινίτες και το μικρότερο ποσό που έπαιρνε από αυτούς ήταν 30.000 ευρώ, ενώ  υπήρξαν περιπτώσεις που πληρώθηκαν στο κύκλωμα 45.000 και 50.000 ευρώ το κεφάλι. Σύμφωνα δε με πρόχειρους υπολογισμούς των «Αδιάφθορων», το συνολικό οικονομικό όφελος της συμμορίας με πυρήνα τους αστυνομικούς εκτιμάται ότι ανέρχεται σε πάνω από 5.000.000 ευρώ.

Κομβικό ρόλο στη συμμορία, ως ένα από τα αρχηγικά της μέλη, διαδραμάτιζε ένας 38χρονος αστυνόμος Β’ που τα τελευταία χρόνια υπηρετούσε ως διοικητής τμήματος Ασφαλείας σε περιοχή της Δυτικής Αττικής και στο γραφείο του βρέθηκε ένα χρηματοκιβώτιο με 320.000 ευρώ, ενώ στην κατοχή άλλου αρχηγικού στελέχους, ενός ιδιώτη, βρέθηκαν ακόμη 280.000 ευρώ.

Σχετικά με τον τρόπο δράσης («modus operandi») της εγκληματικής οργάνωσης, διαπιστώθηκε ότι κάθε μέλος είχε διακριτό ρόλο που – κατά περίπτωση – ήταν η προσέλκυση ενδιαφερόμενων, η παράσταση ως μάρτυρας ταυτοπροσωπείας, η προμήθεια πιστοποιητικών οικογενειακής κατάστασης, η έκδοση δελτίων ταυτότητας, η παροχή πληροφοριών μέσω αναζητήσεων σε ηλεκτρονικές εφαρμογές της Ελληνικής Αστυνομίας ή γενικότερα στην υποβοήθηση του έργου της οργάνωσης.

Συγκεκριμένα, ο «διευθυντής» της οργάνωσης κατηύθυνε τα υπόλοιπά μέλη και συντόνιζε τις ενέργειές τους, έφερνε σε επαφή τους ενδιαφερόμενους με τα «αρμόδια» μέλη της οργάνωσης και καθόριζε το χρηματικό ποσό που έπρεπε να καταβληθεί για την έκδοση των εγγράφων.

Με τη συνδρομή του δεύτερου ηγετικού στελέχους και υπαλλήλων δημοτολογίων και ληξιαρχείων, οι δυο τους αναζητούσαν την κατάλληλη οικογενειακή μερίδα, κυρίως Ελλήνων παλιννοστούντων από χώρες της πρώην Ε.Σ.Σ.Δ. ή προέβαιναν στην κατάρτιση τέτοιων μερίδων, μέσω δήλωσης εικονικών γάμων και γεννήσεων στο εξωτερικό, με τη χρήση πλαστών πιστοποιητικών αλλοδαπών Αρχών.

Παράλληλα, καθοδηγούσε τους «πελάτες», προκειμένου να δηλώνουν ως τόπο κατοικίας διεύθυνση η οποία να εμπίπτει στην εδαφική αρμοδιότητα συγκεκριμένου Τμήματος Ασφαλείας ή Γραφείου Διαβατηρίων, στο οποίο ο αρμόδιος αστυνομικός να ήταν μέλος της οργάνωσης.

Στη συνέχεια, με τη χρήση του εκδοθέντος πιστοποιητικού οικογενειακής κατάστασης, τις φωτογραφίες και τα παράβολα, καθώς και με την παρουσία μέλους της οργάνωσης ως μάρτυρα ταυτοπροσωπίας, μετέβαιναν με τον ενδιαφερόμενο στην εκάστοτε εκδούσα Αρχή.

Εκεί οι αστυνομικοί παραλάμβαναν τα σχετικά δικαιολογητικά και προέβαιναν στην παράνομη έκδοση ταυτότητας ή στην ανάλογη διαδικασία για την έκδοση διαβατηρίου.

Επιπλέον, όπως προέκυψε από την έρευνα, κατά περίπτωση, οι αστυνομικοί μέλη της οργάνωσης προέβαιναν για λογαριασμό της οργάνωσης στον εντοπισμό, μέσω της ηλεκτρονικής βάσης δεδομένων της Ελληνικής Αστυνομίας, στοιχείων ταυτότητας που ακολούθως χρησιμοποιούνταν σε ψευδείς βεβαιώσεις ταυτοπροσωπίας.

Written by

altpress.gr ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΗ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ ΓΙΑ ΤΗ ΛΑΜΙΑ ΚΑΙ ΤΗ ΦΘΙΩΤΙΔΑ- ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΕΛΛΑΔΑ

Comments are closed.