Ασφαλιστικό: αποκάλυψη και απόσυρση. Των Σάββα Γ. Ρομπόλη*, Βασίλη Γ. Μπέτση**

Είναι χαρακτηριστικό ότι το μοντέλο αυτό της ατομικότητας-χρησιμότητας και των ατομικών λογαριασμών (ατομικές μερίδες) στην κοινωνική ασφάλιση εμπνευσμένο από τις ιδέες (Καπιταλισμός και Ελευθερία, σελ. 258-259) του Milton Friedman [υποστήριζε ότι το κάθε άτομο θα πρέπει να πληρώνει το ίδιο για την πρόσοδό του και αυτή την πρόσοδο να την αγοράζει (αναλογική σύνταξη-ατομικές μερίδες) από ιδιωτικές εταιρείες, επενδυτικά κεφάλαια (funds) και η κυβέρνηση να πραγματοποιεί την αναδιανομή (εθνική σύνταξη) χωρίς να χρησιμοποιεί τη μέθοδο των προσόδων] εφαρμόστηκε στη Μαλαισία το 1951, τη Σιγκαπούρη το 1953, την Ινδία και την Ινδονησία το 1950, σε αφρικανικές χώρες το 1960, στα δύσκολα χρόνια στη Χιλή και στην Ευρώπη μόνο στις βαλτικές χώρες.

Πιο συγκεκριμένα, το σοβαρότερο πρόβλημα, μεταξύ των άλλων, μιας τέτοιας παρέμβασης στο διανεμητικό σύστημα κοινωνικών ασφαλίσεων είναι το κόστος μετάβασης από το διανεμητικό στο κεφαλαιοποιητικό ή στο υπερ-κεφαλαιοποιητικό (σύστημα νοητής κεφαλαιοποίησης) καθώς και η επιβάρυνση που θα επιφορτιστεί η γενιά της μετάβασης.

Στο πόρισμα αναφέρεται ότι η περίοδος μετάβασης θα είναι μέχρι το 2050, κατά το οποίο έτος θα πρέπει να έχει καλυφθεί η αναλογιστική υποχρέωση των σημερινών συνταξιούχων και η αναλογιστική υποχρέωση των δεδουλευμένων δικαιωμάτων για την προϋπηρεσία μέχρι την 30.9.2015, της σημερινής γενιάς εργαζομένων-ασφαλισμένων.

Η χρηματοδότηση αυτού του ελλείμματος πραγματοποιείται από δύο πηγές:

➧από τη γενιά της μετάβασης (σημερινοί συνταξιούχοι και εργαζόμενοι-ασφαλισμένοι)

➧και από το κράτος.

Η ποσοτική ανάλυση αποκαλύπτει ότι εφόσον το κόστος αυτό δεν το αναλάβει εξ ολοκλήρου το κράτος, αλλά θα εκχωρήσει ένα σημαντικό μέρος αυτού στη γενιά της μετάβασης, αυτό σημαίνει ότι θα περικοπούν σε μεγάλο βαθμό (25-30%) οι συντάξεις των ήδη συνταξιούχων και των παλαιών ασφαλισμένων, δηλαδή πριν από το 1993, και 10% οι συντάξεις των νέων ασφαλισμένων (ασφαλισμένοι μετά το 1993) και θα εισφέρουν οι σημερινοί ασφαλισμένοι περίπου 40% των εισφορών τους στο έλλειμμα.

Με άλλα λόγια, αποκαλύπτεται ότι για κάθε μία μονάδα που θα εισφέρουν στον ατομικό αποταμιευτικό λογαριασμό του προτεινόμενου συστήματος, το 60% θα αφορά τη συσσώρευση της δικής τους παροχής, η οποία θα εξακολουθεί να υφίσταται τον κίνδυνο της γήρανσης του πληθυσμού καθώς και τον κίνδυνο των οικονομικών κύκλων.

Κατά συνέπεια, το αναλογιστικό έλλειμμα μόνο για την κάλυψη των παροχών των σημερινών συνταξιούχων και της παρούσας αξίας των δεδουλευμένων δικαιωμάτων της σημερινής γενιάς ασφαλισμένων εκτιμάται, σύμφωνα με τη μελέτη μας, ότι αντιστοιχεί σε 3 φορές του ΑΕΠ (550 με 600 δισ.).

Για να καλυφθεί αυτό το ποσό χωρίς να επιβαρύνονται οι ασφαλισμένοι του νέου συστήματος (ατομικές μερίδες) και για να καλυφθεί το έλλειμμα των σημερινών συνταξιούχων, θα πρέπει το κράτος να καταβάλλει μακροχρόνια (μέχρι το 2050) το 14% με 15% του ΑΕΠ, που αντιστοιχεί περίπου στο 55% των εσόδων του κρατικού προϋπολογισμού, γεγονός ανυπέρβλητο δεδομένου ότι το κράτος θα έχει να καλύψει και άλλες υποχρεώσεις (μισθοί, πρόνοια-υγεία, παιδεία, χρηματοδότηση αναπτυξιακών πολιτικών, αποπληρωμή δημόσιου χρέους κ.λπ.)

Επομένως, εάν η επιχορήγηση του κράτους προς την κοινωνική ασφάλιση διατηρηθεί στα επίπεδα του 8,5 δισ. ευρώ, όπως απαιτούν οι δανειστές, τότε για να καλυφθούν οι συντάξεις των σημερινών συνταξιούχων και τα δεδουλευμένα δικαιώματα της σημερινής γενιάς ασφαλισμένων/εργαζομένων μέχρι την 30.9.2015, θα πρέπει το κράτος να αναζητήσει από το Ταμείο Πλούτου, όπως αναφέρεται στο πόρισμα, την εναπομείνασα χρηματοδότηση.

Δηλαδή, θα πρέπει να αναζητήσει έσοδα περίπου 10 με 12 δισ. ετησίως από πρόσθετη φορολογία στην ήδη υψηλή φορολογία.

Αν μάλιστα για παράδειγμα θεωρήσουμε έναν φορολογικό συντελεστή 10%, τότε θα πρέπει να υπάρξει πρόσθετη φορολογία 10% σε συνολικά εισοδήματα περίπου 100 με 120 δισ. ευρώ, γεγονός σχεδόν ανυπέρβλητο λόγω των υφεσιακών κυρίως επιπτώσεων στην ελληνική οικονομία.

Στην περίπτωση όμως που μέρος αυτού του ελλείμματος της μεταβατικής περιόδου ζητηθεί να καλυφθεί από τους σημερινούς ασφαλισμένους-εργαζομένους του νέου ασφαλιστικού συστήματος (NDC), που θα αποτελούν και τη γενιά της μετάβασης στο νέο σύστημα, εκτιμάται ότι θα αποταμιεύουν το 50-60% της εισφοράς τους στον νοητό ατομικό λογαριασμό και το υπόλοιπο θα αφορά την κάλυψη του αναλογιστικού ελλείμματος.

Αρα οι σημερινοί εργαζόμενοι-ασφαλισμένοι όχι μόνο θα αποταμιεύσουν σχεδόν τη μισή μονάδα από αυτήν που θα πληρώνουν, αλλά και αυτή θα υπόκειται στον κίνδυνο της γήρανσης του πληθυσμού αλλά και στις επιπτώσεις των οικονομικών κύκλων της οικονομίας (αυτόματοι σταθεροποιητές).

Κατά συνέπεια αποκαλύπτεται ότι η πρόταση της επιτροπής των εμπειρογνωμόνων, εκτός από την κατάλυση του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης στη χώρα μας, περιπλέκει σε ανησυχητικό και μη ελεγχόμενο βαθμό τη δημοσιονομική κατάσταση στην Ελλάδα και υπονομεύει σοβαρά την προσπάθεια -με τις μεγάλες θυσίες των φορολογουμένων- σταθεροποίησης και επιστροφής στην κανονικότητα των δημόσιων οικονομικών της χώρας μας.

Επιπλέον, αξίζει να σημειωθεί ότι με τον νόμο 3863/2010 η σχετική μελέτη των δανειστών προέβλεπε μείωση του συντελεστή αναπλήρωσης σταδιακά από 65% το 2015 σε 56% το 2060 (κύρια σύνταξη 48% και επικουρική σύνταξη 8%).

Ομως, η βίαιη μείωση του συντελεστή αναπλήρωσης στο 55% με τον επανυπολογισμό των συντάξεων θα οδηγήσει κατά μέσο όρο σε 25% με 30% μείωση των συντάξεων των ήδη συνταξιούχων και των παλαιών ασφαλισμένων (ασφαλισμένοι πριν από το 1993) και κατά περίπου 10% στις συντάξεις των νέων ασφαλισμένων (ασφαλισμένοι μετά την 1.1.1993).

Αξίζει να σημειωθεί ότι ο στόχος του ποσοστού αναπλήρωσης 55% που προβλέπεται στο πόρισμα μπορεί μόνο να επιτευχθεί με μία μέση ετήσια απόδοση επενδύσεων 3,25% πάνω από τον πληθωρισμό (εικονικό επιτόκιο), θεωρώντας ότι οι αυτόματοι σταθεροποιητές (ρήτρα μηδενικού ελλείμματος, εικονικό επιτόκιο) ενσωματώνουν τις επιδράσεις των οικονομικών κύκλων, τότε στην περίπτωση αυτή είτε θα δημιουργηθούν υψηλά ελλείμματα είτε ο συντελεστής αναπλήρωσης θα μειωθεί από το 55% στο 40-45%.

Τέλος, όπως είναι προφανές, η μετάβαση από το διανεμητικό στο σύστημα των ατομικών μερίδων διευρύνει σημαντικά τις κοινωνικο-ασφαλιστικές ανισότητες σε βάρος ιδιαίτερα των ευέλικτα εργαζομένων, των ανέργων, των ανασφάλιστων και απλήρωτων εργαζομένων κλπ., δεδομένου ότι η διανεμητικότητα (εθνική σύνταξη) της κοινωνικής ασφάλισης περιορίζεται στο 25-30% και η υπερκεφαλαιοποίηση (μη προσδιορισμένες παροχές) στο 70-75%, σε αντίθεση με τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης όπου τα κεφαλαιοποιητικά στοιχεία των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης είναι 30% και τα διανεμητικά-κοινωνικά στοιχεία είναι 70%.

*ομότ. καθηγητής Παντείου Πανεπιστημίου,

**υποψήφιος διδάκτορας Παντείου Πανεπιστημίου

ΠΗΓΗ https://www.efsyn.gr/

Written by

altpress.gr ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΗ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ ΓΙΑ ΤΗ ΛΑΜΙΑ ΚΑΙ ΤΗ ΦΘΙΩΤΙΔΑ- ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΕΛΛΑΔΑ

Comments are closed.