Έρευνα Reuters: Αναξιόπιστα τα ελληνικά ΜΜΕ – Από τα social media ενημερώνονται οι Έλληνες

  Τα αποτελέσματα  της  ετήσιας έκθεσης του Reuters Institute, η οποία πραγματοποιήθηκε σε συνεργασία με το Oxford University, καλύπτοντας με ερωτηματολόγιο συνολικά 46 χώρες, ανάμεσα στις 24 ευρωπαϊκές, όσον αφορά την αξιοπιστία των ΜΜΕ δεν τιμούν για μια ακόμη φορά τη χώρα μας.

Να θυμίσουμε  ότι πρόσφατα η έρευνα των Δημοσιογράφων χωρίς σύνορα κατέταξε την Ελλάδα   στην 70η θέση στο θέμα της αξιοπιστίας των ΜΜΕ.

Η Ελλάδα βρίσκεται στην 3η θέση από το τέλος και στην 38η θέση συνολικά. Είναι χαρακτηριστικό πως η χώρα μας έχει το χαμηλότερο ποσοστό πολιτών που πιστεύουν ότι ο Τύπος είναι απαλλαγμένος από αδικαιολόγητη πολιτική (7%) ή επιχειρηματική (8%) επιρροή σε 46 χώρες.Reuters Insitute: Αναφορά - κόλαφος για τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης στην  Ελλάδα - BusinessNews.gr

Επιχειρώντας να σκιαγραφήσει το τοπίο της ελληνικής αγοράς των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης, η έκθεση επισημαίνει πως «χαρακτηρίζεται από ψηφιακό κατακερματισμό, έλλειψη εμπιστοσύνης στις ειδήσεις, έναν πολιτικά πολωμένο τύπο και μία από τις υψηλότερες χρήσεις των μέσων κοινωνικής δικτύωσης για ειδήσεις».

Έρευνα Reuters: Τα ελληνικά ΜΜΕ στον βωμό της

Επιπλέον, η έκθεση στέκεται στη Λίστα Πέτσα, αλλά και στην κριτική που ασκήθηκε στην κυβέρνηση για αυτή της την ενέργεια, κατά την οποία δόθηκε χρηματοδότηση σε πάνω από 1000 ειδησεογραφικούς οργανισμούς, μεταξύ των οποίων βρίσκονταν και ορισμένα μη αξιόπιστα μέσα ενημέρωσης, ακόμη και κάποια ανύπαρκτα για τη μετάδοση των ειδήσεων σχετικά με τη Covid-19. Άλλωστε, το Reuters τονίζει πως πάνω από τους μισούς πολίτες (54%) εναντιώνονται στις κρατικές ενισχύσεις των ΜΜΕ. Αναφορά γίνεται και στην έκθεση του Vouliwatch και στα αιτήματα περί διαφάνειας, σχετικά με τα κριτήρια πάνω στα οποία βασίστηκαν οι οικονομικές ενισχύσεις. Ξεχωριστή αναφορά γίνεται και στη δήλωση του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη, τον Μάρτιο του 2021, ότι τα social media αποτελούν «απειλή για τη Δημοκρατία», αλλά και στην κριτική που δέχθηκε και δέχεται, σχετικά με την προσπάθειά του να απαξιώσει όσες πηγές πληροφόρησης δεν μπορεί να ελέγξει ο ίδιος.

Τέλος, η έκθεση στέκεται και στο κίνημα του #MeToo στην Ελλάδα, το οποίο ξέσπασε μετά τις αποκαλύψεις της Σοφίας Μπεκατώρου. Ωστόσο, τονίζει επίσης πως δεν ακολούθησαν αποκαλύψεις και για τη σεξουαλική κακοποίηση στο χώρο της δημοσιογραφίας, ενώ, σύμφωνα με το Reuters, δεν υπήρξε ενεργοποίηση της ερευνητικής δημοσιογραφίας, για έρευνες του ζητήματος σε βάθος, αντίθετα με ό,τι συνέβη σε άλλες χώρες. 

Η αγορά διαδικτυακών ειδήσεων στην Ελλάδα είναι επίσης κατακερματισμένη. Το ενδιαφέρον του κοινού μοιράζεται μεταξύ πολλαπλών πηγών ειδήσεων. Το Ινστιτούτο σημειώνει πως πολλά ενημερωτικά site της χώρας δημιουργήθηκαν από δημοσιογράφους που εργάζονταν σε «παραδοσιακά» Μέσα και πέρασαν στον τομέα των επιχειρήσεων. Παρόλα αυτά, στην Ελλάδα δεν υπάρχει ακόμη κουλτούρα συνδρομής για λήψη ειδήσεων – ενημερωτικού υλικού.Μόλις το 11% πληρώνει για να λαμβάνει ενημέρωση.

Παράλληλα, το περασμένο έτος το ενδιαφέρον για ειδήσεις στην Ελλάδα μειώθηκε κατά επτά ποσοστιαίες μονάδες, όπως βέβαια συνέβη στις περισσότερες εξεταζόμενες χώρες εν μέρει λόγω αιτιολογημένης κόπωσης λόγω της συνεχούς κυκλοφορίας πληροφοριών που σχετίζονταν με τη πανδημία και τη διαχείρισή της.Το 29% των ανθρώπων που αποφεύγουν τις ειδήσεις πιστεύουν ότι δεν είναι αντικειμενικές.

Το Ινστιτούτο υπογραμμίζει πως οι Έλληνες εκδότες σταδιακά επενδύουν περισσότερο στα Podcast. Μάλιστα, «παραδοσιακά» Μέσα περνούν πλέον στην digital εποχή, με τη Καθημερινή να αναφέρεται μεταξύ άλλων.

Ακόμη, στην Ελλάδα υψηλά παραμένει η χρήση των social media. Περίπου επτά στους δέκα (71%) των διαδικτυακών χρηστών της χώρας λαμβάνουν νέα με αυτόν τον τρόπο κάθε εβδομάδα, κάτι που έρχεται ως συνέπεια του κατακερματισμού στη διαδικτυακή αγορά Μέσων. Οι εκδότες κατανέμουν σημαντικό χρόνο και πόρους στις στρατηγικές ανάπτυξης των μέσων κοινωνικής δικτύωσης που διαθέτουν, καθώς οι πλατφόρμες αυτές φέρνουν μεγάλο μερίδιο επισκεψιμότητας προς τις ειδησεογραφικές ιστοσελίδες. TikTok, Instagram και Facebook, εξακολουθούν να έρχονται στις πρώτες θέσεις χρήσης, με το 53% του «ψηφιακού» πληθυσμού να τα χρησιμοποιεί για ενημέρωση.

Το Ινστιτούτο παρατηρεί πως κατά τη διάρκεια των εμβολιαστικών περιόδων, η συζήτηση για τον ρόλο των social media εντάθηκε στη χώρα μας ιδιαίτερα λόγω των αντιεμβολιαστών στο Facebook.

Παράλληλα, η αγορά των τηλεοπτικών ειδήσεων, παραμένει ισχυρή στη χώρα. Στα «highlights» της περιόδου της πανδημίας αναφέρεται η επαναλειτουργία του MEGA το οποίο ανέκτησε μια ηγετική θέση στη λίστα των μη digital ειδησεογραφικών πηγών.

Ακόμη, αναφορά γίνεται στην ΕΡΤ η οποία όπως τονίζεται, μπήκε στη digital εποχή. Ακόμη, η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία τερμάτισε την επίσημη συνεργασία μεταξύ του Αθηναϊκού-Μακεδονικού Πρακτορείου Ειδήσεων και της ρωσικής κρατικής υπηρεσίας ενημέρωσης, Rossiya Segodnya.

Όπως αναφέρει ακόμη το Reuters Institute Digital News Report, η διάδοση του διαδικτύου στη χώρα, είναι στο 73% σε πληθυσμό 11,1 εκ. ανθρώπων. 

Σε ο,τι αφορά τα devices που χρησιμοποιούνται, τα Smartphones εκτόπισαν τους υπολογιστές. Η χρήση της τηλεόρασης έπεσε επίσης κατά 7 μονάδες, πριν την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία. Η χρήση των social media, δεν επηρεάστηκε. Η digital ενημέρωση έρχεται στη πρώτη θέση.

Συγκριτική κατάταξη των χωρών

Σύμφωνα με την έκθεση λοιπόν, μόλις 3 στους 10 (32%) εμπιστεύεται τις ειδήσεις των ΜΜΕ της χώρας, ποσοστό εξαιρετικά χαμηλό,

Συνολικά, η Φινλανδία παραμένει η χώρα με τα υψηλότερα επίπεδα συνολικής εμπιστοσύνης (69%), καταγράφοντας αύξηση τεσσάρων μονάδων μέσα στη πανδημία.

Στον αντίποδα, στις ΗΠΑ η εμπιστοσύνη έπεσε κατά τρεις μονάδες ενώ η χώρα παραμένει στη τελευταία θέση της έρευνας μαζί με τη Σλοβακία, στο 26%. Η αξιοπιστία στην Ελλάδα είναι στο χαμηλό του 27%, στις τελευταίες θέσεις στην Ευρώπη μαζί με Σλοβακία, και Ουγγαρία.

Στην Ευρώπη υπάρχουν πτώσεις στη Ρουμανία (-9), στην Κροατία (-7), στην Πολωνία (-6), στην Ελβετία (-5), στην Αυστρία (-5), στην Ελλάδα (-5), στην Ιταλία (-5) και Ισπανία (-4). Στη Λατινική Αμερική, η εμπιστοσύνη είναι πεσμένη στη Βραζιλία (-6) και στην Κολομβία (-3).

Μεικτή είναι η εικόνα στην Αφρική, με πτώση στην Κένυα (-4) αλλά ισχυρή αύξηση στη Νότια Αφρική (+9) και τη Νιγηρία (+4). Τέλος, στην Ασία, η εμπιστοσύνη έχει αυξηθεί στις Φιλιππίνες (+5) και στην Ιαπωνία (+2), αλλά έχει πέσει στη Μαλαισία (-5) και στην Ταϊβάν (-4).

Μόνο μια μικρή μειοψηφία πιστεύει ότι οι ειδήσεις είναι απαλλαγμένες από αδικαιολόγητη πολιτική επιρροή: στην Ελλάδα (7%), στην Ουγγαρία (15%), στη Βουλγαρία (15%), στη Σλοβακία (16%), στην Τσεχία (17%), στην Κροατία (18%) και την Πολωνία (19%). Βλέπουμε παρόμοια χαμηλά επίπεδα σε ορισμένες χώρες της Νότιας Ευρώπης, όπως η Ιταλία (13%) και η Ισπανία (13%), όπου υπάρχει επίσης μια ισχυρή παράδοση κομματικής-πολιτικής επιρροής στα μέσα ενημέρωσης. Στη Φινλανδία το 50% πιστεύει πως τα ΜΜΕ είναι ανεξάρτητα.

Ωστόσο, μια μεγάλη μειοψηφία αμφισβητεί επίσης τις προτεραιότητες των ίδιων των ειδησεογραφικών οργανισμών. Σε όλες τις αγορές, μόλις το 19% λέει ότι όλοι ή οι περισσότεροι ειδησεογραφικοί οργανισμοί βάζουν ως κύριο γνώμονά τους το κοινωνικό συμφέρον, πάνω από τα δικά τους εμπορικά ή πολιτικά συμφέροντα. Πρακτικά, καταγράφεται ένας κυνισμός σχετικά με τα υποκείμενα κίνητρα πολλών εκδοτών ή ίσως έναν πιο σκληρό ρεαλισμό εκ μέρους των αναγνωστών.

Ακόμη, η κάλυψη των διεθνών εξελίξεων, αλλά και η κάλυψη της πανδημίας, φαίνεται πως επηρέασαν και την αξιοπιστία των κρατικών φορέων ενημέρωσης, όπως το BBC. Η εμπιστοσύνη στο BBC, έπεσε 20 ολόκληρες μονάδες, μέσα σε πέντε χρόνια.

Συμπερασματικά, το Reuters παρατηρεί πως πλέον περισσότεροι άνθρωποι αποσυνδέονται, το ενδιαφέρον για ειδήσεις μειώνεται, η επιλεκτική αποφυγή ειδήσεων αυξάνεται και η εμπιστοσύνη δεν είναι δεδομένη. Η κρίση στην Ουκρανία, και πριν από αυτήν η πανδημία COVID-19, υπενθύμισαν στους ανθρώπους την αξία της ακριβούς και δίκαιης αναφοράς των πηγών στη μετάδοση της πληροφορίας, σε μια λειτουργία που πλησιάζει όσο το δυνατόν περισσότερο την αλήθεια. Παράλληλα, οι τοξικές διαδικτυακές συζητήσεις απομακρύνουν πολλούς ανθρώπους – προσωρινά ή μόνιμα από τα social media, κάτι που βέβαια δεν παρατηρείται στη χώρα μας. Πρακτικά, αυτό αποτυπώνεται στην αύξηση των συνδρομών, σε παγκόσμιο επίπεδο.

Οι διαδοχικές κρίσεις σε παγκόσμιο επίπεδο, έχουν αυξήσει την ανάγκη του κόσμου για έγκυρη ενημέρωση, επαναπροσδιορίζοντας τις αξίες των ίδιων των Μέσων τα οποία έρχονται αντιμέτωπα με τον εαυτό τους και το έργο που επιτελούν (ή δεν επιτελούν).

Τέλος, το στρες έχει παίξει το δικό του ρόλο. Συνολικά, περί τους 4 στους 10 ερωτηθέντες (το 38%) δήλωσαν ότι τους συμβαίνει να αποφεύγουν σκοπίμως την ενημέρωση, έναντι 29% το 2017.

Η στάση αυτή, της αποφυγής, ή τουλάχιστον της επιλογής των ειδήσεων είναι λιγότερο αυξημένη στην Σουηδία, την Νορβηγία, την Φινλανδία, την Δανία (20%) και στην Ιαπωνία.

Για να δικαιολογηθούν, περίπου οι μισοί (το 43%) δηλώνουν ότι αποφεύγουν τις ειδήσεις διότι επαναλαμβάνονται, κυρίως η ενημέρωση που αφορά την Covid και οι πολιτικές ειδήσεις. Ενα ποσοστό που φθάνει το 8% και αφορά κυρίως νέους δηλώνει ότι αποφεύγει τις ειδήσεις, διότι είναι υπερβολικά πολύπλοκες για να τις κατανοήσουν. Οι ερευνητές θεωρούν ότι αυτό μπορεί να παρακινήσει τα μέσα ενημέρωσης να χρησιμοποιούν πιο απλή γλώσσα και να εξηγούν καλύτερα τα πολύπλοκα θέματα.

Σημειώνεται πως τo ελληνικό report υπογράφει ο κ. Αντώνης Καλογερόπουλος από το Πανεπιστήμιο του Λίβερπουλ. ΄Οπως σημειώνει και η έκθεση, «η έρευνα διεξήχθη το δίμηνο Ιανουαρίου-Φεβρουαρίου 2021, πριν δηλαδή από τις διαδηλώσεις του Μαρτίου στην Ελλάδα». Επομένως, είναι λογικό να υποθέσει κανείς πως η αξιοπιστία των ΜΜΕ, έτσι όπως την αντιλαμβάνονται οι πολίτες, θα μπορούσε να είναι ακόμα μικρότερη σήμερα.

Πηγή:https://www.news247.gr/

Written by

altpress.gr ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΗ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ ΓΙΑ ΤΗ ΛΑΜΙΑ ΚΑΙ ΤΗ ΦΘΙΩΤΙΔΑ- ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΕΛΛΑΔΑ

Comments are closed.