Κράτη και ηγέτες υψηλού κινδύνου. Του Πέτρου Παπακωνσταντίνου

Στην αρχαία Κίνα, το «είθε να ζήσεις σε ενδιαφέροντες καιρούς» δεν ήταν ευχή, αλλά κατάρα, καθώς το απροσδόκητο και το περιπετειώδες προκαλούσαν δυσοίωνους συνειρμούς με λιμούς και λοιμούς, πολέμους και χάος.

Οσοι κατοικούμε αυτόν τον κόσμο, τον μικρό, τον μέγα, στον 21ο αιώνα, ζούμε αναμφίβολα ενδιαφέροντες καιρούς, με την κινεζική έννοια: η 11η Σεπτεμβρίου και ο ολέθριος «πόλεμος κατά της τρομοκρατίας», η μεγάλη ύφεση του 2008-2011 και, τώρα, η πανδημία του κορωνοϊού – τρεις παγκοσμίων διαστάσεων, ιστορικού χαρακτήρα και εντελώς διαφορετικές κρίσεις μέσα σε δύο δεκαετίες. Η Ιστορία σίγουρα δεν τέλειωσε το 1989, μόνο που μοιάζει να υπακούει σε δυστοπικό παραλήρημα διαταραγμένου σεναριογράφου.

Η ανθρώπινη συνείδηση έχει τη δική της αδράνεια. Οι γενιές που βιώνουν ιστορικής σημασίας γεγονότα συχνά αργούν να συνειδητοποιήσουν το εύρος και το βάθος των κυοφορούμενων ανατροπών – το πουλί της σοφίας πετάει το σούρουπο, όπως έλεγε ο Χέγκελ.

Μέσα στον απολύτως δικαιολογημένο φόβο για την υγεία και τη ζωή των προσφιλών μας προσώπων, είναι δύσκολο να ψυχανεμιστούμε τις μεγάλες ανατροπές που εγκυμονεί η τρομερή περιπέτεια σε έναν από πολλές απόψεις άρρωστο κόσμο. Φαίνεται όμως βέβαιο ότι τούτη εδώ η κρίση –αρχικά υγειονομική, ήδη και οικονομική, αύριο τραπεζική, κοινωνική και γεωπολιτική– θα δράσει ως το απόλυτο στρες τεστ για την αντοχή διεθνών δυνάμεων, εθνικών οικονομιών, πολιτικών ηγεσιών και κοινωνικών συστημάτων. Ισως και φιλοσοφιών ζωής.

Δύο μήνες πριν, η επιδημία του κορωνοϊού ήταν, στα μάτια ισχυρών δυνάμεων της Δύσης, κινεζικό πρόβλημα. Οι κινεζικές αρχές καυτηριάζονταν γιατί όχι μόνο άφησαν να τους ξεφύγει το πρόβλημα, αλλά και το συγκάλυψαν για κάμποσες εβδομάδες. Ο θρόνος του Σι Τζινπίνγκ τρίζει επικίνδυνα, τα αυστηρότατα μέτρα που πήρε με καθυστέρηση το Πεκίνο είναι αδιανόητα για μια χώρα που σέβεται τα ανθρώπινα δικαιώματα – αυτό ήταν το λάιτ μοτίφ των ημερών. Μάλιστα, ο Αμερικανός υπουργός Εμπορίου Γουίλμπουρ Ρος εμφανίστηκε σχεδόν να επιχαίρει για τα δεινά της Κίνας, εκτιμώντας, στις 31 Ιανουαρίου, ότι πολλές αμερικανικές επιχειρήσεις θα επαναπατριστούν και η οικονομία των ΗΠΑ θα ενισχύσει τη θέση της απέναντι στον μεγάλο ανταγωνιστή της.

Σήμερα όλα έχουν έρθει τα πάνω κάτω. Την Πέμπτη η Κίνα ανακοίνωσε για πρώτη φορά από την έκρηξη της επιδημίας μηδενικά νέα κρούσματα εγχώριας προέλευσης και έκλεισε τα σύνορα για να αποφύγει επανεισαγωγή του ιού από Ευρώπη, Αμερική και γειτονικές ασιατικές χώρες. Δυτικές δημοκρατίες αντέγραψαν από την Κίνα τα σκληρά μέτρα που χθες καυτηρίαζαν, με τον στρατό να επιβάλλει την απαγόρευση κυκλοφορίας και ανθρώπους να πεθαίνουν μόνοι τους και να μένουν άταφοι στην Ιταλία. Αδυνατούν όμως να μιμηθούν την Κίνα –όπως και την Ταϊβάν, τη Νότια Κορέα και τη Σιγκαπούρη– στα συστηματικά τεστ πολύ μεγάλων μερίδων του πληθυσμού, παράγοντας καθοριστικής σημασίας για την ανάσχεση της νόσου.

O Nτόναλντ Τραμπ απαντάει σε ερωτήσεις δημοσιογράφων, την περασμένη Τετάρτη, για την πανδημία. Υποτίμησε το πρόβλημα επί εβδομάδες –μιλούσε για «ξενικό ιό» ή και «φάρσα των Δημοκρατικών»– και τώρα κινδυνεύει να γίνει το υπ’ αριθμόν ένα πολιτικό θύμα του κορωνοϊού στις εκλογές του Νοεμβρίου, καθώς η Γουόλ Στριτ καταρρέει και η αμερικανική οικονομία κλυδωνίζεται.

Οι αναμφισβήτητες ευθύνες των κινεζικών αρχών τις πρώτες εβδομάδες της επιδημίας έχουν ξεχαστεί, καθώς το Πεκίνο επιδίδεται σε μια άκρως αποτελεσματική διπλωματία της μάσκας και των γαντιών: Οι κυβερνήσεις της Ιταλίας και της Σερβίας ευγνωμονούν την Κίνα που τους στέλνει υγειονομικό υλικό και γιατρούς, ενώ οι Ευρωπαίοι εταίροι τους είχαν αφήσει στα κρύα του λουτρού.

Στο μεταξύ, οι ηγέτες των Δυτικών δημοκρατιών εξελίσσονται σε ομάδα πολύ υψηλού κινδύνου έναντι του κορωνοϊού, με την πολιτική έννοια του όρου. Εχοντας υποτιμήσει τραγικά το πρόβλημα επί εβδομάδες, όπου μιλούσε για «ξενικό ιό» ή και «φάρσα των Δημοκρατικών», ο Ντόναλντ Τραμπ κινδυνεύει να γίνει το υπ’ αριθμόν ένα πολιτικό θύμα του κορωνοϊού στις εκλογές του Νοεμβρίου, καθώς η Γουόλ Στριτ καταρρέει και η αμερικανική οικονομία κλυδωνίζεται. Το ίδιο ισχύει με τον Μπόρις Τζόνσον, με ευθύνη του οποίου η Βρετανία έγινε μία από τις ελάχιστες στον κόσμο χώρες που ακολούθησε την ετερόδοξη στρατηγική της «ανοσίας αγέλης» (να περιορίσουμε μόνο τις ευπαθείς ομάδες και να αφήσουμε τους νεότερους να κολλήσουν τον ιό για να δημιουργηθούν αντισώματα στην κοινωνία). Τώρα τρέχει και δεν φτάνει.

Το τίμημα της… Θάτσερ

Σε ένα βαθύτερο επίπεδο, οι δύο χώρες που έκαναν παγκόσμιο υπόδειγμα τον νεοφιλελευθερισμό επί Ρέιγκαν και Θάτσερ πληρώνουν σήμερα το τίμημα από τις δεκαετίες συρρίκνωσης του κοινωνικού κράτους γενικά και του συστήματος υγείας ιδιαίτερα.

Σε διάγγελμα προς το γαλλικό έθνος, ο Εμανουέλ Μακρόν τόνισε ότι στον κόσμο που θα αναδυθεί όταν ξεπεράσουμε τη δοκιμασία, το δημόσιο σύστημα υγείας, καίριες υποδομές και το κοινωνικό κράτος οφείλουν να αναστηλωθούν και να μείνουν έξω από τους νόμους της αγοράς. Ο πρωθυπουργός του, Εντουάρ Φιλίπ, ανήγγειλε ότι καίριες επιχειρήσεις θα εθνικοποιηθούν προκειμένου να μην κλείσουν, ενώ ο Ισπανός ομόλογός του Πέδρο Σάντσεθ διάταξε να επιταχθούν τα ιδιωτικά νοσοκομεία. Μπροστά στον απόλυτο κίνδυνο, όλοι γίνονται θέλοντας και μη κρατιστές με σύμβαση περιορισμένου χρόνου.

Καθώς οι τιμές του πετρελαίου και του φυσικού αερίου κατακρημνίζονται, σκληρές δοκιμασίες περιμένουν και τις ηγεσίες υψηλής γεωστρατηγικής σημασίας χωρών, που επιμένουν να στηρίζουν την οικονομία τους κατά κύριο λόγο στην εξορυκτική βιομηχανία των υδρογονανθράκων. Η Ρωσία του Πούτιν, η Ισλαμική Δημοκρατία του Ιράν, η Σαουδική Αραβία του Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν και η Βενεζουέλα του Μαδούρο –κράτη που ήδη αντιμετώπιζαν διαφορετικού είδους, αλλά σοβαρά εσωτερικές και εξωτερικές προκλήσεις– ξεχωρίζουν σε αυτή τη λίστα.

Ωρα μηδέν για την Ε.Ε.

Σε πρώτο χρόνο, η αντίδραση της Ευρωπαϊκής Ενωσης στην πανδημία ήταν αποκαρδιωτική. Αντί για συντονισμό και αλληλεγγύη, επικράτησε το πνεύμα «ο σώζων εαυτόν σωθήτω». Η Μέρκελ έκλεισε μονομερώς τα σύνορα με άλλες χώρες, μαζί με τους Ορμπαν και Κατσίνσκι. Γερμανία, Γαλλία και Τσεχία ανέστειλαν εξαγωγές ιατρικού υλικού στους εταίρους τους. Η Κριστίν Λαγκάρντ δήλωσε ότι δουλειά της ΕΚΤ δεν είναι να μειώσει τα χρέη χωρών που κυριολεκτικά πνίγονται, αλλά να εξασφαλίσει ρευστότητα για τις τράπεζες. Υπό την πίεση της πραγματικότητας, έγιναν αυτή τη βδομάδα κάποια θετικά βήματα με την προσπάθεια συντονισμού των εθνικών πολιτικών από την Κομισιόν και την παροχή ρευστότητας 750 δισ. από την ΕΚΤ.

Ωστόσο, τα μέτρα αυτά δεν αντιμετωπίζουν τα δομικά προβλήματα που απειλούν την ίδια την ύπαρξη της Ενωσης, όπως το επαχθές χρέος χωρών και επιχειρήσεων (θα γιγαντωθεί τους επόμενους μήνες) και τον παραλογισμό του Συμφώνου Σταθερότητας, το οποίο αρκετές εθνικές κυβερνήσεις ήδη γράφουν στα παλαιότερα των υποδημάτων τους. Ο Εμανουέλ Μακρόν δήλωσε ότι «βρισκόμαστε σε πόλεμο», αλλά η Ε.Ε. αρνείται να επιβάλει τα δραστικότατα μέτρα που θα υπαγόρευε μια «πολεμική» κατάσταση. Το 1935, αντιμέτωπος με τη Μεγάλη Υφεση, ο Φράνκλιν Ρούζβελτ επέβαλε φόρο 75% στην ανώτερη εισοδηματική κλίμακα, ο οποίος έγινε 88% μετά το Περλ Χάρμπορ και 94% το 1944. Το ποιος θα πληρώσει το μάρμαρο της ταχύτατα εξελισσόμενης κρίσης θα αποτελέσει κεντρικό επίδικο της επόμενης μέρας.

πηγή: ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

 έντυπη έκδοση

Written by

altpress.gr ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΗ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ ΓΙΑ ΤΗ ΛΑΜΙΑ ΚΑΙ ΤΗ ΦΘΙΩΤΙΔΑ- ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΕΛΛΑΔΑ

Comments are closed.